Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόγοητευτικός
επίθετο affascina`nte; seduce`nte; incante`vole; avvince`nte μια γοητευτική γυναίκα==una donna affascinante, seducente | γοητευτικό τοπίο==paesaggio incantevole | γοητευτικό μυθιστόρημα==romanzo avvincente permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |