Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


γνόφος  
ουσιαστικό αρσενικό

1 bu`io ~m~
2 foschi`a ~f~
3 malte`mpo ~m~
4 ne`bbia ~f~
5 nu`vola ~f~
6 scurità ~f~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  γνοιάση γνωμάτευση  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---