Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


γευματίζω  
ρήμα αμετάβατο

1 pasteggia`re ~m~
2 το μεσημέρι pranza`re ~m~
3 το πρωΐ fare colazio`ne

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  γεύμα γεύομαι  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---