Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ευθύς  
επίθετο

1 diri`tto, dri`tto, retto ευθύς δρόμος == strada diritta | ευθεία γραμμή == linea retta
2 linguistica dire`tto ευθύς λόγος == discorso diretto
3 ((figurato)) since`ro, franco, schie`tto είναι ευθύς με τούς φίλούς του == è franco coni suoi amici

ευθύς
επίρρημα

su`bito, immediatame`nte ευθύς μετά τον ερχομό τoυς == subito dopo il loro arrivo | ευθύς μόλις είδα == non appena ebbi visto

ευθύτατος  
επίθετο

superlativo di [ευθύς]

ευθύτερος
επίθετο

comparativo di [ευθύς]

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ευθυνόφοβος ευθυτενής  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


ο ευθύς λόγος = discorso [αρσ.] diretto


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---