Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ερευνητικός  
επίθετο

1 di rice`rca ερευνητική μέθοδος == metodo di ricerca
2 inquisito`re, scrutato`re, indagato`re ερευνητικό βλέμμα == sguardo inquisitore / scrutatore / indagatore

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ερευνητής ερευνητός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---