Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ερθομός
ουσιαστικό αρσενικό

variante di [ερχομός]

ερχομός  
ουσιαστικό αρσενικό

arri`vo ~m~, venu`ta ~f~, avve`nto ~m~ o ερχομός του φθινοπώρου == l'arrivo dell'autunno | o ερχομός του Μεσσία == la venuta del Messia

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ερηνιώνω έριδα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---