Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόεπιβαίνω
ρήμα αμετάβατο 1 sali`re, monta`re su 2 trov`arsi, e`ssere passegge`ro (di un mezzo di trasporto) o πρωθυπουργός επιβαίνει του τρίτου οχήματος == il primo ministro si trova sulla terza vettura 3 di animali monta`re permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |