Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόέντυπο
ουσιαστικό ουδέτερο 1 περιοδικό pubblicazio`ne ~f~, o`pera ~f~ stampa`ta, giorna`le ~m~, rivi`sta ~f~ κανένα έντυπο δεν ανέφερε το γεγονός == nessun giornale ha riportato il fatto 2 φυλλάδιο mo`dulo ~m~, stampa`to ~m~ συμπληρώνω ένα έντυπο == compilare un modulo | διαφημιστικό έντυπο == stampato pubblicitario permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |