Ιταλικό Λεξικό
Αρχική
λεξικό
Ελληνο-ιταλικό λεξικό
Ιταλο-ελληνικό λεξικό
Οδηγίες
Συντομογραφίες
Βιβλιογραφικές σημειώσεις
Πίνακα μετατροπής ελληνικών χαρακτήρων
Ιταλική γλώσσα και γραμματική
Ιταλική γραμματική
Ιταλοί ποιητές και συγγραφείς
Χρήση
Στείλ' το σ' ένα φίλο
Χάρτης Ιστότοπου
Ποιοι είμαστε
Πoλιτική απορρήτου
Όροι και προϋποθέσεις χρήσης
Φόρμα επικοινωνίας
Ελληνοιταλικό λεξικό
Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό
έντυμαν
ουσιαστικό ουδέτερο
variante di
[έντυμα]
permalink
Συνεχίζεται παρακάτω
<< έντυμα
εντύνω >>
Sfoglia il dizionario
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Ζ
Φ
Χ
Ψ
Ω
εντροπία
[θηλ.ουσ]
εντροπιάζομαι
[ρ. παθ.]
εντροπιαρία
[θηλ.ουσ]
εντρυφώ
{εντρυφάς....
έντυμα
[ουσ ουδ.]
έντυμαν
[ουσ ουδ.]
εντύνω
[ρ. μτβ.]
έντυπο
{εντύπ-ου ...
έντυπος
[επίθ.]
εντυπωμένος
[επίθ.]
εντυπώνομαι
[ρ. παθ.]
εντυπώνω
{εντύπω-σα...
εντύπωση
{-ης κ. -ώ...
εντυπωσιάζομαι
[ρ. παθ.]
εντυπωσιάζω
{εντυπωσία...
εντυπωσιακά
[επίρ.]
εντυπωσιακός
[επίθ.]
εντυπωσιακότατος
[επίθ.]
εντυπωσιακότερος
[επίθ.]
εντυπωσιακώτατος
[επίθ.]
Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:
---CACHE---
ΟΙ ΙΣΤΟΤΟΠΟΙ ΜΑΣ
Dizionario italiano
Grammatica italiana
Verbi Italiani
Dizionario-latino
Dizionario greco antico
Dizionario francese
Dizionario inglese
Dizionario tedesco
Dizionario spagnolo
Dizionario greco moderno
Dizionario piemontese
Ricette di cucina
Vacanze in Grecia
En français
Dictionnaire Latin
Verbes italiens
In english
Latin Dictionary
Italian Verbs
In Deutsch
Italienische Verben
En español
Los verbos italianos
Em portugues
Os verbos italianos
По русски
Итальянские глаголы
Στα ελληνικά
Ιταλικό Λεξικό
Ën piemontèis
Dissionari piemontèis