Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


εισαγγελέας  
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό

diritto procurato`re ~m~ della Repu`bblica, Pu`bblico Ministe`ro ~m~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  εις εισαγγελία  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---