Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόδίχως
πρόθεση senza έμεινε δίχως χρήματα==è rimasto senza soldi δίχως σύνδεσμος senza che έφυγε δίχως να χαιρετήσει==se n'è andato senza salutare | παντρεύτηκε δίχως να το ξέρει κανείς==si è sposato senza che nessuno lo sapesse+++το δίχως άλλο==senz'altro permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |