Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


δίχτυ  
ουσιαστικό ουδέτερο

1 rete ~f~ δίχτυα για το ψάρεμα==rete da pesca | δίχτυ για τα μαλλιά==retina per i capelli
2 ((figurato)) rete ~f~ πιάνομαι στα δίχτυα κάποιου==cadere nella rete di qualcuno

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  διχτάκι δίχως  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---