Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


διαφημίζομαι
ρήμα παθητικό

ba`ttere il tambu`ro

διαφημίζω  
ρήμα μεταβατικό

1 fare propaga`nda; me`ttere in mostra; esalta`re pubblicame`nte
2 pubblicizza`re; reclamizza`re; fare la pubblicità διαφημίζω προϊόν==fare la pubblicità a un prodotto, reclamizzare un prodotto

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  διαφεύγω διαφημιζόμενος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---