Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


δέσμη  
ουσιαστικό θηλυκό

1 mazzo ~m~ δέσμη κλειδιών==un mazzo di chiavi | μια δέσμη τριαντάφυλλα==un mazzo di rose
2 φωτός fa`scio ~m~ δέσμη φωτός==fascio di luce

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  δεσμεύω δεσμίδα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---