Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόδέσποινα
ουσιαστικό θηλυκό 1 signo`ra ~f~; padro`na ~f~ η δέσποινα του κάστρου==la signora del castello 2 religione la Madonna permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |