Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόδέλεαρ
ουσιαστικό ουδέτερο ((letterario)) esca ~f~; lusi`nga ~f~; attratti`va ~f~; allettame`nto ~m~ το δέλεαρ του εύκολου κέρδους==le attrattive di facili guadagni permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |