Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


δεκτός  
επίθετο

1 ricevu`to έγινε δεκτός από τον επίσκοπο==è stato ricevuto dal vescovo
2 accetta`to; amme`sso η αίτησή του έγινε δεκτή==la sua domanda è stata accettata | δεν έγινε δεκτός στο διαγωνισμό==non è stato ammesso al concorso

δεχτός
επίθετο

variante di [δεκτός ^-ή, -ό^]

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  δεκτικότητα δελεάζω  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---