Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


βρεφονηπιακός  
επίθετο

che rigua`rda gli infa`nti βρεφονηπιακός σταθμός==nido, giardino d'infanzia

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  βρεφοκτόνος βρέφος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---