Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόβλασταίνω
ρήμα αμετάβατο 1 germoglia`re; butta`re βλάστησαν οι λεμονιές==gli alberi di limone hanno germogliato 2 cre`scere η ελιά βλασταίνει μόνο σε εύκρατο κλίμα==l'olivo cresce solo in un clima temperato βλαστάνω ρήμα αμετάβατο variante di [βλασταίνω] permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |