Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


βαρυστομαχιάζω  
ρήμα αμετάβατο

ave`re lo sto`maco pesa`nte με τόσο που έφαγες είναι φυσικό να βαρυστομαχιάσεις ==con tutto quello che ti sei mangiato, è normale che tu abbia lo stomaco pesante

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  βαρυστομαχιά βαρυστομαχιασμένος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---