Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


βαρυπενθώ  
ρήμα αμετάβατο

e`ssere in lutto stretto; e`ssere in grama`glie βαρυπενθεί το χαμό τον άντρα της==è in lutto stretto per la scomparsa del marito

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  βαρυόνιο βαρυποινίτης  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---