Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


άυπνος  
επίθετο

inso`nne πέρασα άϋπνος τη νύχτα==ho passato una notte insonne, in bianco | είμαι τρεις μέρες άϋπνος==sono tre giorni che non dormo, è da tre giorni che non dormo, non dormo da tre giorni

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αϋπνία αύρα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---