Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόαρκεί
ρήμα απρόσωπο basta; è sufficie`nte θα πετύχεις, αρκεί να το θέλεις==avrai successo, basta che tu lo voglia | δεν αρκεί να θέλεις, πρέπει και να 'σαι τυχερός==non basta volere, bisogna anche avere fortuna αρκεί! επιφώνημα basta!; basta così! αρκεί!==basta così!; basta! αρκούμαι ρήμα παθητικό 1 accontenta`rsi; e`ssere soddisfa`tto αρκείται σε ολίγα==si contenta di poco 2 limita`rsi αρκέστηκε να κουνήσει το κεφάλι του==si limitò a fare un cenno col capo | θα αρκεστώ σε μια απλή έκθεση των γεγονότων==mi limiterò ad una semplice esposizione dei fatti αρκώ ρήμα αμετάβατο basta`re; e`ssere sufficie`nte δε μου αρκεί η υπόσχεση σου==la tua promessa non mi basta permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |