Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αρμάδα  
ουσιαστικό θηλυκό

militare flotta ~f~; arma`ta ~f~ nava`le η Aήττητη Aρμάδα==l'invincibile armata

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  Αρμαγεδδών αρμάθα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---