Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


απουσιάζω  
ρήμα αμετάβατο

1 e`ssere asse`nte; assenta`rsi ο κύριος διευθυντής απουσιάζει αυτή τη στιγμή==il direttore in questo momento è assente | απουσίασε μόνο λίγα λεπτά==si è assentato solo per pochi minuti
2 scuola e`ssere asse`nte απουσιάζω αδικαιολόγητα==essere assente ingiustificato

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  απουσία απουσιάζων  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---