Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόαποξενώνομαι
ρήμα παθητικό 1 aliena`rsi 2 estrania`rsi αποξενώνω ρήμα μεταβατικό 1 estrania`re; aliena`re; allontana`re η γυναίκα του τον αποξένωσε από το σόι του==la moglie lo ha estraniato dalla famiglia 2 disereda`re αποξένωσε την κόρη του==ha desiderato la figlia permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |