Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αποτέτοιος  
επίθετο

1 cosa coso
2 persona ((spregiativo)) quel tale; tizio; il tale
3 ((spregiativo)) omosessuale

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αποτετελεσμένος αποτεφρωμένος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---