Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αποτιμώ  
ρήμα μεταβατικό

1 calcola`re; stima`re; valuta`re αποτιμώ τις ζημιές==valutare i danni
2 ((per estensione)) valuta`re αποτιμώ την προσφορά ενός επιστήμονα στον τομέα του==valutare il contributo di uno scienziato nel suo settore di attività

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αποτιμητικός αποτιναγμένος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---