Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αποστατώ  
ρήμα αμετάβατο

1 ribella`rsi; rivolta`rsi; inso`rgere
2 politica defeziona`re; diserta`re
3 religione abiura`re; apostata`re

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αποστάτισσα αποστεγνωμένος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---