Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


απομένω  
ρήμα αμετάβατο

1 rimane`re; resta`re; permane`re του απόμειναν ελάχιστοι φίλοι==gli sono rimasti solo pochi amici | δεν μου απομένει άλλο παρά…==non mi rimane altro che… | μόνο εσύ μου απόμεινες==solo tu sei rimasto | απόμειναν ορφανές==sono rimaste orfane
2 rimane`rci; resta`re sorpre`so; resta`re senza paro`le απόμεινα μόλις τον είδα==quando l'ho visto, ci sono rimasto

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  απομεινάρια απόμερος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---