Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αποκρύβω  
ρήμα μεταβατικό

1 nasco`ndere; occulta`re απέκρυψαν τα κλοπιμαία==hanno nascosto la refurtiva
2 nasco`ndere; cela`re; vela`re μας απέκρυψε την αλήθεια==ci ha nascosto la verità | αποκρύπτει από την εφορία τα πραγματικά του έσοδα==nasconde al fisco le sue entrate effettive | τα σύννεφα αποκρύβουν τον ήλιο==le nuvole celano il sole

αποκρύπτομαι
ρήμα παθητικό

variante di [αποκρύβομαι]

αποκρύπτω
ρήμα μεταβατικό

variante di [αποκρύβω]

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αποκρούω αποκρυγιαίνω  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---