Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόαναψηλαφώ
ρήμα μεταβατικό riesamina`re; revisiona`re αναψηλαφώ τους λογαριασμούς==revisionare i conti | αναψηλαφώ ένα πρόβλημα==riesaminare un problema permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |