Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόzonizzazióne
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [dzoniddzatˈtsjone] χωρισμός σε ζώνες permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z |
Ën piemontèis |