Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόzòna
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈdzɔna] η ζώνη permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαzona [θηλ.] pedonale = ο πεζόδρομος || αυτοκίνητο zona [θηλ.] rimozione = auto η απαγορευτική ζώνη Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |