Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόvertiginóso
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [vertiʤiˈnoso], [vertiʤiˈnozo] 1 προκαλών ίλιγγο 2 ταχύτατος ή επικίνδυνος 3 περιδινούμενος 4 ιλιγγιώδης 5 ζαλισμένος από περιδίνηση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |