Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόverdeggiànte
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [verdedˈʤante] 1 κατάφυτος 2 πράσινος 3 ανώριμος 4 χλοερός 5 θαλερός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |