Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόveemènza
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [veeˈmɛntsa] 1 σφοδρότητα 2 βία 3 ορμή 4 ορμητικότητα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |