Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόvalóre
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [vaˈlore] η αξία permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαBorsa [θηλ.] valori [αρσ. πλυθ.] = το Χρηματιστήριο Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |