Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόvaccherìa
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [vakkeˈria] 1 στάβλος βοδιών 2 βουστάσιο 3 φάρμα με αγελάδες permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |