Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόùzzolo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ˈuddzolo] 1 παραξενιά 2 καπρίτσιο 3 ιδιοτροπία permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |