Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtùmido
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [ˈtumido] 1 στομφώδης 2 πομπώδης 3 προεξέχων 4 διογκωμένος 5 πρησμένος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |