Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtorbidézza
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [torbiˈdettsa] 1 θολούρα 2 θαμπάδα 3 θολότητα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |