Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόticchettàre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [tikketˈtare] 1 αναγγέλλω ή καταμετρώ με τικ 2 κάνω ήχο τικ ή σειρά ήχων τικ permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |