Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόterràgnolo
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [terˈraɲɲolo] 1 ζων κοντά ή υπό το έδαφος 2 γεώβιος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |