Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόterrazzaménto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [terrattsaˈmento] 1 καλλιέργεια σε αναβαθμίδες 2 κατασκευή αναβαθμίδων permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |