Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtèdio
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ˈtɛdjo] 1 βαριεστιμάρα 2 βαρεμάρα 3 κούραση 4 πλήξη 5 βαριεστισμάρα 6 ανία 7 βαρεμός 8 απόσταμα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |