Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


tediàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [teˈdjare]

1 εκνευρίζω
2 ενοχλώ
3 εξαντλώ την υπομονή
4 κουράζω
5 παρενοχλώ
6 εξοργίζω

tediarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [teˈdjarsi]

1 βαριέμαι
2 ενοχλούμαι
3 πλήττω
4 βαριεστίζω
5 δυσφορώ


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  Te Deum, tedeum tedio  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

tedescofilo (αρσ. επίθ και ουσ)
tedescofobia (θηλ.ουσ)
tedescofobo (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
tedescume (ουσ αρσ )
Te Deum, tedeum (ουσ αρσ )
tediare (ρ. μτβ.)
tediarsi (ρ.μ. (αντων.))
tedio (ουσ αρσ )
tediosamente (επίρ.)
tediosità (θηλ.ουσ)
tedioso (επίθ.)
tedoforo (αρσ. επίθ και ουσ)
teen-ager (ουσ αρσ και θηλ.)
tefrite (θηλ.ουσ)
tegame (ουσ αρσ )
tegamino (ουσ αρσ )
teglia (θηλ.ουσ)
tegola (θηλ.ουσ)
tegolata (θηλ.ουσ)
tegolo (ουσ αρσ )

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---