Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


sublocatóre  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [sublokaˈtore]

υπενοικιάζων


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  sublocatario sublocazione  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

sublimità (θηλ.ουσ)
sublinguale (επίθ.)
sublitorale (επίθ.)
sublocare (ρ. μτβ.)
sublocatario (ουσ αρσ )
sublocatore (ουσ αρσ )
sublocazione (θηλ.ουσ)
sublunare (επίθ.)
subminiaturizzazione (θηλ.ουσ)
submontano (επίθ.)
subnormale (ουσ αρσ και θηλ.)
subnormale (επίθ.)
suboceanico (επίθ.)
subodorare (ρ. μτβ.)
suborbitale (επίθ.)
subordinante (επίθ.)
subordinare (ρ. μτβ.)
subordinata (θηλ.ουσ)
subordinatamente (επίρ.)
subordinativo (επίθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---