Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsticomitìa
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [stikomiˈtia] 1 διάλογος 2 στιχομυθία permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |