Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsteward
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ˈstjuard] 1 τροφοδότης πλοίου 2 στιούαρτ (πλοίου) 3 οικονομικός διαχειριστής permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |